O άγιος Συμεών ο Θεοδόχος, 
που πήρε αγκαλιά τον Σωτήρα Χριστό! 
(+3 Φεβρουαρίου)
 
Ο Άγιος Συμεών είναι ο τελευταίος Άγιος της Παλαιάς Διαθήκης και ο πρώτος της Καινής. Ονομάστηκε Θεοδόχος, γιατί αξιώθηκε να προϋπαντήσει στο ναό και να πάρει στην αγκαλιά του τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, ενώ ήταν ακόμα βρέφος σαράντα ημερών, και η Υπεραγία Θεοτόκος μαζί με τον Δίκαιο Ιωσήφ ήλθαν στα Ιεροσόλυμα για να παρουσιάσουν και να αφιερώσουν το Θείο Βρέφος στον Θεό. Το γεγονός δηλαδή, το οποίο γιορτάζουμε στην εορτή της Υπαπαντής.
 
 Ο Ευαγγελιστής Λουκάς τον παρουσιάζει ως άνθρωπο ‹‹δίκαιο και ευλαβή›› (Λουκ. Β΄, 25), που κατοικούσε στα Ιεροσόλυμα. 
 
Σύμφωνα με την παράδοση, η κατοικία του βρισκόταν σε ένα δασώδες προάστιο, νοτιοδυτικά των Ιεροσολύμων. Το προάστιο αυτό ονομάσθηκε αργότερα Καταμόνας, γιατί συχνά κατέφευγε εκεί ο Χριστός μόνος του (κατά μόνας) για να προσευχηθεί. Στην τοποθεσία αυτή σήμερα είναι κτισμένο ένα Μοναστήρι, όπου σώζεται μέχρι σήμερα ο τάφος του Συμεών.

Επίσης λέγεται πως ο δίκαιος Συμεών ήταν ένας από τους εβδομήκοντα σοφούς του εβραϊκού λαού που επιλέχθηκαν από τον Πτολεμαίο Β΄ τον Φιλάδελφο (Φαραώ της Αιγύπτου) στην Αλεξάνδρεια, γύρω στο 280 π.Χ., για να μεταφράσουν την Παλαιά Διαθήκη από τα Εβραϊκά στην Κοινή Ελληνική, τη πιο διαδομένη γλώσσα της τότε εποχής.

Από αυτή την περίοδο της ζωής του, ξεχωρίζει η περίφημη ιστορία με το δακτυλίδι του, το οποίο έριξε στο Νείλο, αφού διάβασε το χωρίο με την προφητεία του Ησαΐα ότι: ‹‹η Παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσιν το όνομα αυτού Εμμαννουήλ» (Ησ. Ζ΄, 14). Σύμφωνα με την παράδοση, δύσπιστος για το πώς μπορεί να εκπληρωθεί μια τέτοια προφητεία, έριξε το δακτυλίδι του στο Νείλο λέγοντας ότι θα την πίστευε, μονάχα αν το ξαναβρεί. Ξαφνικά δέχθηκε υπερφυσικά ένα ράπισμα και άκουσε μια φωνή, η οποία του έδινε την υπόσχεση ότι: ‹‹δεν θα πέθαινε, πριν δει τον Σωτήρα του κόσμου». Ήταν μια πληροφόρηση που δέχθηκε από το Άγιο Πνεύμα.

Με τη Θεία Χάρη το ίδιο βράδυ, βρήκε έκπληκτος το δακτυλίδι του στα σπλάχνα ενός ψαριού που ετοιμαζόταν να φάει. Μετά το θαυμαστό αυτό γεγονός, σταθερός στο θέλημα του Θεού, καθημερινά πήγαινε στο Ναό του Σολομώντος, για να προσευχηθεί και να αξιωθεί να δει τον Μεσσία. Προετοίμαζε καθημερινά τον εαυτό του για τη μεγάλη αυτή στιγμή, διανύοντας τη ζωή του με σύνεση, ευλάβεια και πάνα απ’ όλα υπακοή στο θέλημα του Θεού, καθώς το δηλώνει εξ άλλου και το όνομά του. Γιατί ‹‹Συμεών» στα εβραϊκά σημαίνει υπακοή. Με τον τρόπο αυτό κατόρθωσε να αποκτήσει όλες τις αρετές και να εξυψωθεί σε δυσθεώρητα ύψη αγιότητας.

Τα χρόνια περνούσαν. Ο Συμεών ανέμενε ολόκληρες δεκαετίες, για να συναντήσει τον ποθούμενο Μεσσία. Τελικά ήλθε το πλήρωμα του χρόνου με το Άγιο Πνεύμα να τον πληροφορεί να πάει στο Ναό. 
 
Ετοιμάστηκε, λοιπόν, με νεανική ζωηρότητα, πήγε εκεί και στάθηκε στην πόρτα, γεμάτος ευχαρίστηση και αγαλλίαση. Μέσα στην προσδοκία αυτή, φάνηκαν να έρχονται ο Ιωσήφ με την Παρθένο, που κρατούσε τον Ιησού.

Ο Συμεών, πληροφορημένος από το Πνεύμα ότι το βρέφος αυτό είναι ο Χριστός, τρέχει και παίρνει τον Ιησού στην αγκαλιά του.

Τον κρατάει ευλαβικά και, αφού καλά - καλά παρατήρησε το νήπιο και δέχθηκε όλη την ιλαρότητα της θείας μορφής του, ύψωσε το βλέμμα του επάνω και είπε ευχαριστώντας το Θεό: «Νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη· ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, ο ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις άποκάλυψιν εθνών και δόξαν λάου σου Ισραήλ».

Τώρα, δηλαδή, πάρε την ψυχή μου Δέσποτα, σύμφωνα με το λόγο σου, ειρηνικά, διότι τα μάτια μου είδαν αυτόν που θα φέρει τη σωτηρία που ετοίμασες για όλους τους λαούς και θα είναι γι' αυτούς φως, που θα αποκαλύψει τον αληθινό Θεό και θα δοξάσει το λαό σου Ισραήλ.

Μετά στρεφόμενος προς την Θεοτόκο είπε τα εξής προφητικά λόγια: ‹‹Ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον∙ και σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαίαν, όπως αν αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί…» (Αυτός θα γίνει αιτία να καταστραφούν ή να σωθούν πολλοί Ισραηλίτες και θα είναι σημείο αντιλεγόμενον∙ και όσο για σένα ο πόνος θα περάσει την ψυχή σου σαν δίκοπο μαχαίρι, για να φανερωθούν οι πραγματικές διαθέσεις πολλών… - Λουκ. Β΄ 34-35). Με αυτά τα λόγια προείπε τον πόνο που θα βίωνε η Θεοτόκος, όταν θα έβλεπε Τον Υιό και Θεό της πάνω στον Σταυρό.

Ευθύς αμέσως πλήρης χαράς και ειρήνης ανεχώρησε από αυτήν την ζωή, σε ηλικία 270 ετών. Η ψυχή του πήγε στον Άδη, για να αναγγείλει στους εκεί ευρισκομένους το χαρμόσυνο Ευαγγέλιο, ως ο πρώτος Απόστολος του Χριστού. Το δε σώμα του τάφηκε στον ιδιόκτητο τάφο του, στο Καταμόνας, όπου ο τάφος του σώζεται μέχρι και σήμερα. Το ιερό του λείψανο μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, επί αυτοκράτορος Ιουστίνου Β’ (565-578 μ.Χ.), στο ναό του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου, τον οποίο είχε οικοδομήσει ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α’(527-565 μ.Χ.). 

Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά την μνήμη του την 3η Φεβρουαριου. Θεωρείται ως ο προστάτης των εγγύων και των εμβρύων.
 
Την ευχή του να έχουμε, να αξιωθούμε να αγαπήσουμε και να  νιώσουμε την αγκαλιά του θείου Βρέφους όπως κι αυτός.