Κυριακή 12 Απριλίου 2020

O Χριστός δεν έβαλε ποτέ ετικέτες στους ανθρώπους


O Χριστός δεν έβαλε ποτέ ετικέτες στους ανθρώπους


Παρατηρούμε τα γεγονότα και βγάζουμε ένα περίπου δικό μας συμπέρασμα. Λέω «περίπου», γιατί ο νους μας δεν μπορεί αν δεν βάλει ετικέτα. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό του. Θέλει κάτι να πει. Θέλει να πει, ας πούμε: «Αυτό μου φαίνεται καλό». Μόνο όταν είσαι πολύ παιδί δεν λέει κάτι ο νους σου. Μόνο τότε δεν βγάζεις συμπέρασμα. Το παιδικό μυαλουδάκι είναι ανοιχτό σε όλα. Του αθώου παιδιού ο νους είναι χωρίς ετικέτες. Ώσπου να το μάθουμε εμείς να πει «αυτό είναι κακό, αυτό είναι καλό», για το μικρό παιδί όλα είναι ευκαιρίες, όλα είναι αγνά, αθώα και καλά. Γι' αυτό, άμα πάει ένας εγκληματίας σ' ένα παιδάκι και του πει «δώσ' μου αυτό» ή «άνοιξέ μου την πόρτα», το παιδί δεν ξέρει να πει «αυτός είναι κακός». Διότι το μυαλουδάκι του, ο νους του, είναι ανοιχτό. Δεν ξεχωρίζει τους ανθρώπους. Δεν τους έχει βάλει κάποια επιγραφή «αυτός είναι σωστός, του μιλάμε· αυτός είναι παλιάνθρωπος, του κλείνουμε τη πόρτα».
Όλοι είναι ευκαιρίες του Θεού. Όλοι είναι καλοί. Μέσα απ' τα μάτια του παιδιού όλοι είναι μοναδικοί. Θα πεις: «Εμείς δεν μπορούμε να έχουμε ένα τέτοιο μυαλό, γιατί θα μας κατασπαράξουν στην κοινωνία με τόση αθωότητα. Θα γίνουμε τελείως θύματα». Ναι, αυτό λέει η λογική. Μα ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέει ότι το μικρό παιδί με την αθωότητά του πιάνει ένα φίδι και το φίδι τελικά μπορεί να μην το δαγκώσει. Εννοώντας με αυτό το παράδειγμα ότι η αθωότητα αφοπλίζει. Το καθαρό μυαλό, το αθώο μυαλό, που δεν βάζει επιγραφές στους ανθρώπους, ζει άλλα θαύματα.

Πιστεύω ότι δεν σε μπερδεύω. Προσπαθώ να σου πω γι' αυτά τα παιχνίδια του νου που μας ταλαιπωρούν. Και για τις σκέψεις που μας βασανίζουν. Κάτι που δεν είχε ο Κύριος.
Ο Κύριος δεν έβλεπε τους ανθρώπους κλεισμένους σε κουτάκια, με ονόματα απέξω.
Δεν έζησε ανάμεσά μας, πλησιάζοντας επιλεκτικά τους ανθρώπους, δηλαδή δεν είπε: «Σ' αυτούς μιλάω. Στους άλλους δεν μιλάω. Αυτοί είναι οι σωστοί, αυτοί είναι οι κολασμένοι». Το αντίθετο έκανε. Πήγαινε στους «κολασμένους» -κολασμένους θα τους ονομάζαμε εμείς- και μίλαγε μ' αυτούς. Κι έβλεπε άλλα πράγματα μέσα σ' αυτούς.

Αν και ο νους μας γίνει πάλι αθώος κι αν αφεθεί στον Θεό, ώστε να λαμπρυνθεί και να φωτιστεί, θα δει τα πράγματα αλλιώς. Πλησίασε ο Χριστός τη Φωτεινή τη Σαμαρείτιδα.
Τότε ήταν μια απλή Σαμαρείτιδα. Μα ο Χριστός δεν της έβαλε επιγραφή. Δεν την ονόμασε υποτιμητικά «Σαμαρείτιδα». Αυτή ήταν άνθρωπος μιας άλλης θρησκευτικής εκδήλωσης και νοοτροπίας. Οι Ισραηλίτες δεν είχαν επαφή με τους Σαμαρείτες. Δεν το υπολόγισε όμως αυτό ο Κύριος. Ο νους του δεν έμεινε σ' αυτό. Ήταν κι ανήθικη γυναίκα η Σαμαρείτιδα, γιατί είχε πολλούς γάμους και σχέσεις. Ούτε σ' αυτό όμως έμεινε ο Κύριος.

Ο δικός μας νους θα έβαζε αμέσως επιγραφές. «Πρώτον, είναι γυναίκα». Θα το σχολιάζαμε αμέσως αυτό. Όπως έκαναν και οι μαθητές τού Χριστού, που ξαφνιάστηκαν διότι «μετά γυναικός ωμίλει». Ξαφνιάστηκαν γιατί μιλούσε με γυναίκα. Έτσι έχει μάθει ο νους μας. «Μ' αυτούς πρέπει, μ' αυτούς δεν πρέπει». Ο Κύριος έχει ένα άλλο ήθος.