Πέμπτη 24 Απριλίου 2014

Ο ΑΓΩΝΑΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ


 
 
 Ο ΑΓΩΝΑΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ 

Ένας νέος, παρασυρμένος από τη τρομερή δύναμη της κακής συνήθειας, έπεφτε συχνά σε βαρύ αμάρτημα. Δεν άφηνε όμως τον αγώνα. Ύστερα από κάθε κατρακύλισμα, έχυνε πύρινα δάκρυα και προσευχόταν στο Θεό μ’ αυτά τα πονεμένα λόγια:

- Κύριε, σώσε με, είτε θέλω, είτε δεν θέλω. Εγώ σαν χωματένιος που είμαι, τραβιέμαι εύκολα από τη λάσπη της αμαρτίας. Συ όμως έχεις τη δύναμη να μ’ εμποδίσεις. Δεν είναι θαυμαστό Θεέ μου, αν ελεήσεις τον δίκαιο, ούτε αν σώσεις τον ενάρετο, γιατί αυτοί είναι άξιοι να γευτούν την αγαθότητά Σου. Σε μένα τον αμαρτωλό δείξε, Κύριε, την φιλανθρωπία Σου, και το έλεός Σου, και σώσε με, με θαυματουργικό τρόπο, γιατί μ΄ όλη την αθλιότητά μου, σε Σένα μόνο καταφεύγω ο δυστυχής!

Αυτά έλεγε με συντριβή ο νέος και όταν κυριευόταν από το πάθος και όταν ακόμα ήταν ήρεμος. Κάποια φορά που πάλι νικήθηκε, ύστερα από αγωνιώδη αντίσταση, γονάτισε παρευθύς κι επανέλαβε τα ίδια λόγια, χύνοντας ποταμούς δακρύων.
Η ακατανίκητη ελπίδα του στην Θεία Ευσπλαχνία ερέθισε τον διάβολο. Παρουσιάστηκε μπροστά του όλος μανία και του φώναξε:

- Άθλιε, δεν νιώθεις λίγη ντροπή, όταν με τέτοια χάλια τολμάς να προσεύχεσαι και να παίρνεις στο στόμα σου του Θεού το όνομα; Μάθε μια για πάντα πως για σένα δεν υπάρχει σωτηρία.


Ο γενναίος αγωνιστής δεν φοβήθηκε, ούτε έχασε την ελπίδα του, όπως περίμενε ο διάβολος.

- ΜΑΘΕ ΚΙ ΕΣΥ, ΤΟΥ ΑΠΟΚΡΙΘΗΚΕ ΘΑΡΡΕΤΑ, ΠΩΣ ΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΣΙΔΗΡΟΥΡΓΕΙΟ. ΜΙΑ ΣΦΥΡΙΑ ΔΙΝΕΙΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΠΑΙΡΝΕΙΣ. ΔΕΝ ΘΑ ΠΑΨΩ ΝΑ ΣΕ ΠΟΛΕΜΩ ΜΕ ΤΗ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ, ΩΣΠΟΥ ΝΑ ΒΑΡΕΘΕΙΣ ΝΑ ΜΕ ΠΟΛΕΜΑΣ ΚΙ ΕΣΥ ΜΕ ΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ.

- Έτσι λοιπόν; φώναξε ο διάβολος με κακία. Από δω κι εμπρός παύω να σε πολεμώ, για να μην αυξηθούν τα βραβεία της υπομονής σου, κι έγινε άφαντος.

Από τη στιγμή εκείνη έπαψε ο πόλεμος του νέου. Εκείνος όμως ούτε μια στιγμή δεν έπαυε να προσέχει τον εαυτό του και έκλαιγε συχνά σαν θυμόταν τα σφάλματά του.

(ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ)